Πλήρη κάλυψη παρέχει η ΕΕ στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε περιοχές με ιδιαίτερη πολιτιστική και περιβαλλοντική φυσιογνωμία στην Κρήτη και ιδιαίτερα στην περιοχή του Λασιθίου.
Η απάντηση του Επιτρόπου Sinkevičius, σε σχετική ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ που κατέθεσε ο ευρωβουλευτής Κώστας Παπαδάκης, διαμηνύει επιτάχυνση της προώθησης της «πράσινης στρατηγικής» η οποία όχι μόνο δεν οδήγησε σε φθηνή ενέργεια και καύσιμα, αλλά αντίθετα στη γιγάντωση των τιμών τους. Η Κομισιόν με την απάντησή της προσπερνά τις δεδομένες σοβαρές επιπτώσεις αυτού του σχεδιασμού στο περιβάλλον, το ιστορικό αποτύπωμα και τον πολιτισμό αυτών των περιοχών της Κρήτης και στη ζωή των κατοίκων της.
Επικαλείται μάλιστα τις με σκοπιμότητα γενικότητες της Οδηγίας 92/43 ότι οι ανεμογεννήτριες «δεν πρέπει να παραβλάψουν την ακεραιότητα του τόπου» στρώνοντας το έδαφος για να παρακαμφθεί η αλλοίωση της ιστορικής, πολιτιστικής και περιβαλλοντικής φυσιογνωμίας της περιοχής, με επιπρόσθετες σοβαρές επιπτώσεις σε αγρότες, κτηνοτρόφους και μελισσοκόμους, λόγω των ανεμογεννητριών.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως και η ελληνική κυβέρνηση μέσω του αντιλαϊκού σχεδιασμού ενεργειακών υποδομών με την επωνυμία «Repower EU» και μπροστά στην κερδοφορία των ενεργειακών ομίλων παρακάμπτουν τα όποια εμπόδια μπορεί να συναντήσει ένα τέτοιο έργο. Αξιοποιώντας πλέον και τη νέα κατάπτυστη Οδηγία για fast – track αδειοδοτήσεις έργων ΑΠΕ μετατρέπουν περιοχές σε «ειδικές οικονομικές ζώνες» ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής και χωρίς να τηρούνται ακόμη και οι στοιχειώδεις περιβαλλοντικοί όροι. Κι όλα αυτά με τις ψήφους της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ενώ μόνο το ΚΚΕ καταψήφισε κι αποκάλυψε την επιζήμια για το λαό και τις κινητοποιήσεις του Οδηγία. Με βάση άλλωστε και το νέο κανονισμό του αποκαλούμενου «Repower EU» προωθείται η κατάργηση ακόμα και εκείνου του «φύλλου συκής» της λεγόμενης «αρχής της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» που προέβλεπε η ευρωενωσιακή νομοθεσία σχετικά με την εγκατάσταση ενεργειακών υποδομών. Πρόκειται για τα με πάταγο αποκαλυπτήρια της υποκρισίας της ΕΕ και των διακηρύξεών της περί προστασίας του περιβάλλοντος.
Οι κάτοικοι της Κεντρικής και Ανατολικής Κρήτης αγωνίζονται δίκαια για προστασία της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων και των χαρακτηρισμένων ως περιοχών NATURA, και απόρριψη της ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης που υποβαθμίζει το περιβάλλον, και τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της περιοχής και προδιαγράφει βαριές συνέπειες στα εργατικά λαϊκά στρώματα. Αγώνας που σε συνθήκες μάλιστα γενικευμένης ακρίβειας είναι συνυφασμένος με τη διεκδίκηση για δραστική μείωση και πλαφόν στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου και πετρελαίου για όλο το λαό ενάντια στην «πράσινη» στρατηγική και την απελευθέρωση της ενέργειας, κατάργηση ειδικού φόρου και ΦΠΑ σε καύσιμα – ενέργεια. Αποδεικνύεται ότι μόνο ο λαός μπορεί να σώσει το λαό με ένα πολύ πιο δυνατό ΚΚΕ Για αξιοποίηση όλων των ενεργειακών πηγών, συμπεριλαμβανομένων των ανεμογεννητριών με αυστηρή χωροθέτησή τους με βάση τις λαϊκές ανάγκες.
Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ και της απάντησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:
«Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-002023/2022
Θέμα: Επικίνδυνα σχέδια εγκατάστασης ανεμογεννητριών στην Κρήτη
Την κινητοποίηση κατοίκων στην Κρήτη, και ιδιαίτερα στην περιοχή του Λασιθίου, προκαλεί η αλλαγή χρήσης γης και η αλλοίωση της ιστορικής, πολιτιστικής και περιβαλλοντικής φυσιογνωμίας της περιοχής, με επιπρόσθετες σοβαρές επιπτώσεις σε αγρότες, κτηνοτρόφους και μελισσοκόμους, λόγω των ανεμογεννητριών.
Ο ενεργειακός σχεδιασμός του κεφαλαίου προβλέπει εκατοντάδες ανεμογεννήτριες, ηλιοθερμικούς σταθμούς, φωτοβολταϊκά και αποθηκευτικά πάρκα χιλιάδων στρεμμάτων, ακόμα και σε περιοχές υποτίθεται προστατευόμενες, τις Νatura, αλλά και σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας.
Με πρόσχημα την προστασία της βιοποικιλότητας, η ειδική περιβαλλοντική μελέτη 9α που κατατέθηκε για τις περιοχές του Δικτύου Natura 2000 της Κεντρικής και Ανατολικής Κρήτης δίνει άλλοθι σε αδειοδοτήσεις για εγκαταστάσεις ΑΠΕ και άλλες δραστηριότητες ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές, με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πώς τοποθετείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
1. στο αίτημα των κατοίκων για προστασία της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων και των NATURA 2000, και απόρριψη της ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης που υποβαθμίζει το περιβάλλον και προμηνύει βαριές συνέπειες στα εργατικά λαϊκά στρώματα της περιοχής;
2. στο γεγονός ότι, με βάση τις οδηγίες 92/43 και 2018/2001 της ΕΕ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, αλλά και το νόμο της κυβέρνησης της ΝΔ 4685/2020, δίνεται η δυνατότητα σε πράσινους ομίλους να περιορίζουν τις προστατευόμενες περιοχές για να δρουν ανεμπόδιστα οι επιχειρηματικοί όμιλοι με στόχο το κέρδος τους, με πρόφαση διάφορες μελέτες σε βάρος των ιδιαιτεροτήτων της περιοχής και της προστασίας του περιβάλλοντος;
Απάντηση του κ. Sinkevičius εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Έργα, όπως αυτά που περιγράφονται στην ερώτηση, υποβάλλονται σε διαδικασία εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΕΠΕ) βάσει της ελληνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά της οδηγίας ΕΠΕ. Η οδηγία θεσπίζει προθεσμία για διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κοινό σχετικά με την περιβαλλοντική έκθεση, η οποία δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από 30 ημέρες. Επιπλέον, εάν ένα έργο ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε τόπο Natura 2000, σύμφωνα με την οδηγία για τους οικοτόπους, θα πρέπει να διενεργείται κατάλληλη εκτίμηση των επιπτώσεών του και το έργο μπορεί να εγκριθεί μόνον εφόσον επιβεβαιωθεί ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου.
Η οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθορίζει τον στόχο της ΕΕ για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για το 2030 και τους κανόνες για την επίτευξή του. Η Επιτροπή ενέκρινε «σχέδιο για την ταχεία μείωση της εξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και την ταχύρρυθμη προώθηση της πράσινης μετάβασης» (σχέδιο REPowerEU), το οποίο περιλαμβάνει επίσης προτάσεις για την επιτάχυνση της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, τα εθνικά διοικητικά και/ή δικαστικά όργανα των κρατών μελών είναι πρωτίστως υπεύθυνα για την επαλήθευση της συμμόρφωσης μεμονωμένων έργων με την περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ και παρέχουν τα κατάλληλα μέσα για την αντιμετώπιση του ζητήματος.»